Τρίτη 19 Μαΐου 2015

Νίκος Δραγούμης: Ο οσιομάρτυρας της ζωγραφικής

8:38 π.μ.

Αδιαφόρησε για τη φήμη και την επιτυχία και έμεινε στη σκιά της Ιστορίας. Δεν εξέθετε, δεν δημοσίευε, δεν πουλούσε τους πίνακές του, μόνο τους χάριζε. Και τώρα ο πρώτος μεταϊμπρεσιονιστής έλληνας ζωγράφος βγαίνει στο φως με μια μεγάλη έκθεση, για να θυμίσει ότι «η αληθινή τέχνη είναι ιερή»

Μετά τη βαβούρα και τη σκόνη της Αγ. Κωνσταντίνου η ηρεμία μέσα στο νεοκλασικό Μέγαρο Εϋνάρδου είναι ευχάριστη, ανακουφιστική. Τα έργα που παρουσιάζονται στην έκθεση «Νίκος Δραγούμης. Ο ζωγράφος, 1874-1933» είναι γεμάτα χρώμα και εκφραστικότητα, αποπνέουν μια αισιοδοξία, μια αγάπη για τη ζωή, όπως συμβαίνει και με τους πίνακες των εκπροσώπων του κινήματος των Ναμπί που τόσο θυμίζουν. Η αυτοπροσωπογραφία του δημιουργού τους που μας υποδέχεται στην είσοδο της έκθεσης διαθέτει ωστόσο ένα διαφορετικό ειδικό βάρος. Το βλέμμα στο πρόσωπό του σε καρφώνει στα μάτια με ένα βλέμμα αμείλικτο, ενδεχομένως βαθιά ταλαιπωρημένο από κρυφή βάσανο. Πλαισιωμένο όπως είναι από τη βυζαντινότροπη επιγραφή του ονόματός του και με τα συνοφρυωμένα χείλη του να αναδίδουν μια συγκρατημένη αυστηρότητα φέρνει στον νου αν όχι κάποιον άγιο, σίγουρα κάποιον που μαρτύρησε για την πίστη του.

Πολυτάραχος βίος στη λήθη
Δεν είναι ιδέα μου. Ο Νίκος Δραγούμης, πρωτότοκος γιος του διαπρεπούς πολιτικού, πρωθυπουργού (1910) και ενός εκ των οργανωτών του Μακεδονικού Αγώνα Στέφανου Δραγούμη και αδελφός της εξίσου σημαίνουσας προσωπικότητας που υπήρξε ο πολιτικός και συγγραφέας Ιων Δραγούμης, βασανίστηκε στη ζωή του. Εζησε, ή τουλάχιστον προσπάθησε να πορευτεί, ελεύθερος ακολουθώντας την καλλιτεχνική κλίση του ακόμη και αν αυτό σήμαινε ότι θα έπεφτε σε δυσμένεια συναισθηματική και οικονομική από τον απαιτητικό μεγαλοαστό πατέρα του. Αγάπησε τη ζωγραφική, θα μπορούσε να πει κανείς ότι είναι ο πρώτος Ελληνας που έκανε μεταϊμπρεσιονισμό, αλλά ως γνήσιος καλλιτέχνης που πιστεύει ότι «η τέχνη αποτελεί απλή έκφραση του ψυχικού αισθητικού του καλλιτέχνη και τίποτε περισσότερο», όπως έχει πει ο έτερος αδελφός του, πολιτικός και νομικός Φίλιππος Δραγούμης, αδιαφόρησε για τη φήμη και την επιτυχία. Δεν εξέθεσε, δεν δημοσίευσε, δεν εμπορεύτηκε τα έργα του παρά μόνο τα χάριζε, γιατί σαν άλλος οσιομάρτυρας της τέχνης πίστευε ότι «η αληθινή τέχνη είναι ιερή». Εζησε ένα μεγάλο μέρος της ζωής του στη Γαλλία (1891-1911), στο Παρίσι της τέχνης και της μπελ επόκ και στην Προβηγκία, εκεί όπου μπορούσε να νιώθει πιο ελεύθερος και να περιφρονεί και στην πράξη τους συμβατικούς κανόνες ζωής. Λάτρεψε τον ήλιο και τον γυμνισμό, ήταν μάλιστα ο πρόδρομός του στη Γαλλία, ενδεχομένως και παγκοσμίως (στη σύγχρονη εποχή). Συμβίωνε δε με την αγαπημένη του, ρωσίδα ζωγράφο Λίντια Μπορζέκ, χωρίς να είναι παντρεμένοι αδιαφορώντας, επιφανειακά τουλάχιστον, για τα κακοήθη σχόλια που εξακόντιζαν εναντίον τους οι κάτοικοι του χωριού Γκραβεζόν της Προβηγκίας όπου διέμεναν για μεγάλα διαστήματα. Αφησε τελικά την τελευταία του πνοή στο Δρομοκαΐτειο Θεραπευτήριο ταλαιπωρημένος από επίμονη ψυχική νόσο και ο πολυτάραχος βίος του ξεχάστηκε μαζί με το σημαντικό έργο του.

Μια μεγάλη παράλειψη
Μοιάζει απίστευτο αλλά η έκθεση στο Μορφωτικό Ιδρυμα Εθνικής Τραπέζης είναι η πρώτη που διοργανώνεται στην Ελλάδα για να συστήσει το έργο του. Οι λόγοι για τη σημαντικότατη καθυστέρηση, αν όχι παράλειψη, της παρουσίασης σε ευρύ κοινό της δουλειάς του καλλιτέχνη που ο αρχιτέκτων και ακαδημαϊκός Δημήτρης Πικιώνης αποκάλεσε «Ο έλληνας Βαν Γκογκ» είναι πολλοί. Οπως λέει ο κ. Νίκος Π. Παΐσιος, ο οποίος ανέλαβε την έρευνα και την τεκμηρίωση των έργων της έκθεσης: «Το στίγμα της ψυχικής ασθένειας δεν επέτρεπε στη μεγαλοαστική και ενεργότατη περί τα κοινά οικογένειά του μέχρι τη δεκαετία του '50 να παραδεχθεί δημοσίως, πόσω μάλλον να προβάλει το προβληματικό, το αποσυνάγωγο μέλος της. Ο ίδιος δεν είχε φροντίσει να κρατήσει λεπτομερές αρχείο, έκαψε μάλιστα το μεγαλύτερο μέρος του των έργων του όταν πρωτοεκδηλώθηκε η ψυχική νόσος που τον ταλαιπώρησε. Ταυτόχρονα, ένα σημαντικό μέρος του έργου του που βρισκόταν στην κατοχή του επιστήθιου φίλου του και ζωγράφου Ζαν Μπαλτίς χάθηκε κατά τη βιαστική εκκένωση του Παρισιού με την εισβολή της ναζιστικής Γερμανίας το 1940». Ο αδελφός του Φίλιππος Δραγούμης (1890-1980) καθώς και ο μουσικολόγος ανιψιός του Μάρκος περιέσωσαν όσα έργα μπόρεσαν. Από τα 200 περίπου έργα του που έχουν διασωθεί, μόλις 13 έχουν χρονολογηθεί από τον ίδιο τον ζωγράφο. Περισσότερα από 120 φιλοξενούνται στην έκθεση του ΜΙΕΤ, σε επιμέλεια Διονύση Καψάλη, και έχουν όλα συντηρηθεί με μεγάλη επιμέλεια από τη Μαρία Αλεξίου, συντηρήτρια στο Εργαστήριο Συντήρησης Χάρτινου Υλικού του ΜΙΕΤ.

Ο αποσυνάγωγος Δραγούμης
«Ηταν ευαίσθητο και καλό παιδί, είχε κάποια νευράκια, ξεσπούσε κατά των γονιών του, αλλιώς φανταζόταν τη ζωή εκείνος και αλλιώς τη φαντάζονταν οι γονείς του» λέει ο ανιψιός του Μάρκος στο ντοκιμαντέρ  της Κλεώνης Φλέσσα «Νίκος Δραγούμης, ένας ζωγράφος στη σκιά της ιστορίας», το οποίο προβάλλεται στην έκθεση. Στο μεγαλοαστικό σπίτι όπου γεννήθηκε ο Νίκος Δραγούμης το 1874 οι καλλιτεχνικές ανησυχίες επιτρέπονταν μόνο ως χόμπι. Το περιβάλλον όπου μεγάλωνε μαζί με τα δέκα αδέλφια του ήταν αυστηρό αλλά προσανατολισμένο προς την εκπαίδευση. Λάτρης της θάλασσας, είχε από μικρός το όνειρο να γίνει ναυτικός, αλλά δυστυχώς απέτυχε στις εξετάσεις της Σχολής Ναυτικών Δοκίμων. Οπως σημειώνεται στον εξαιρετικό κατάλογο της έκθεσης, «Νίκος Δραγούμης. Ο ζωγράφος, 1874-1933», ο πατέρας του «ως άλλος βιβλικός πατριάρχης» τον έγραψε στη Νομική Σχολή της Σορβόννης, από την οποία εκείνος αποφοίτησε εν τέλει με πολλές δυσκολίες το 1897. Λίγο μετά ήρθε σε ρήξη μαζί του και η παραδοσιακή πρωτοκαθεδρία του πρωτότοκου γιου Νίκου πέρασε στον δεύτερο γιο (και τέταρτο παιδί της οικογενείας), δηλαδή στον Ιωνα. Ο Νίκος θα αρχίσει να ζει από ένα μικρό κληροδότημα της γιαγιάς του από την πλευρά της μητέρας του. Η μεγάλη αλλαγή στη ζωή του έμελλε να έρθει όταν άρχισε να παίρνει μαθήματα τέχνης στην Academie Julian στα τέλη του 1899. Στον ίδιο δηλαδή χώρο όπου είχε φοιτήσει ο Ματίς και όπου είχαν συσπειρωθεί οι καλλιτέχνες που αυτοχαρακτηρίστηκαν ως «Ναμπί» (Les Nabis), «προφήτες» δηλαδή στα εβραϊκά μιας νέας αισθητικής με έντονη επιρροή από τη ζωγραφική του Γκογκέν. Να γιατί ζωγραφίζει τους μεγάλους κήπους του Παρισιού όπως οι Πιερ Μπονάρ και Εντουάρ Βιγιάρ. Να γιατί τα έργα του θυμίζουν τόσο έντονα τα επίπεδα, πλακάτα χρώματα του Γκογκέν. «Ο Νίκος, άκακος, ευγενικός και αξιαγάπητος άνθρωπος αν και επαναστατικής ιδιοσυγκρασίας - και κάποτε θυμώδης - είναι πιθανόν ο πρώτος που έφερε στην Ελλάδα την ιμπρεσιονιστική τεχνοτροπία και το χωρίς βαθμιαία φωτοσκίαση, σχεδόν διακοσμητικό σχεδίασμα με νερόχρωμα και γκουάς (πηχτό συνήθως άσπρο χρώμα) πάνω σε σκοτεινό αδρό χαρτί (στρατσόχαρτο)» έγραφε ο Φίλιππος Δραγούμης τη δεκαετία του '60, σε ένα κείμενο που δημοσιεύεται για πρώτη φορά στον κατάλογο της έκθεσης. Ο ζωγράφος Νίκος Δραγούμης σίγουρα επηρεάστηκε από τον μικροξάδερφο του ιμπρεσιονισμού, τον πουαντιγισμό. Ηταν όμως όπως προείπαμε πρωτίστως «Ο έλληνας Βαν Γκογκ». Κοινά τους, μεταξύ άλλων, οι νευρώδεις γραμμές του σχεδίου, η αγάπη για τις για-πωνέζικες ξυλογραφίες με τις αναπάντεχες οπτικές γωνίες και βεβαίως η κοινή θεματολογία, η απεικόνιση δηλαδή ανθρώπων του μόχθου. Ισως εξαιτίας της δύσκολης σχέσης με τον πατέρα του ο Νίκος Δραγούμης απομακρύνθηκε από τα αστικά ή μεγαλοαστικά πρότυπα της διαπαιδαγώγησής του και ζωγράφισε εργάτες και αγρότες, ανθρώπους με τους οποίους ένιωθε ότι ταυτιζόταν περισσότερο.


Η αρχή του τέλους: από την ηλίαση στην ψυχασθένεια
Ο Νίκος Δραγούμης λάτρευε τη φύση και τον ήλιο και είχε επιλέξει να ζει στην Προβηγκία γιατί η φύση με τα αμπέλια, τις ελιές, τις συκιές και τα πεύκα του θύμιζε την Αττική. Αγαπούσε ιδιαίτερα τις πεζοπορίες, συχνά μάλιστα περπατούσε από το Γκραβεζόν στο Παρίσι με τα πόδια (φανταστείτε την απόσταση Αθήνα-Θεσσαλονίκη επί δυο). Σε μια τέτοια διαδρομή το 1911 δεν φορούσε καπέλο με αποτέλεσμα να πάθει ηλίαση που τον άφησε αναίσθητο. Οταν συνήλθε και έφτασε στην Προβηγκία τού εκδηλώθηκε ψυχοπάθεια. Εκτοτε ξεκίνησε η περιπέτειά του από νοσοκομείο σε νοσοκομείο αρχής γενομένης από την παραμονή του σε maison de sante στη Νάπολι. «Το καημένο αγόρι που λάτρευε την ελευθερία του το σκλάβωσα» έγραφε όλο ενοχές στο ημερολόγιό του ο Ιων Δραγούμης, ο οποίος είχε αναλάβει την ευθύνη του άρρωστου αδελφού του. «Στη δική μας εποχή, που έχει άλλες αντιλήψεις για τις ψυχικές ασθένειες, ο θείος Νίκος ενδέχεται να κυκλοφορούσε ανάμεσα στους συγκαιρινούς του σαν φυσιολογικός άνθρωπος» θα πει ο Μάρκος Δραγούμης. Την περίοδο 1912-14 παρουσίασε μια μικρή ύφεση με αποτέλεσμα να μπορέσει να δουλέψει για λίγο στην Αττική και στην Ανδρο. Τα μικρά φύλλα από μπλοκ σχεδίων που ζωγράφισε στην Ανδρο το 1913 εκτίθενται μέσα σε μια γυάλινη προθήκη στο ΜΙΕΤ, και μυρίζουν καλοκαίρι και Ελλάδα με έναν τρόπο που υπερβαίνει τις εποχές και τις διαθέσεις. Νιώθεις ότι η εξαγνιστική δύναμη της θάλασσας θα είχε θετική επίδραση στον εύθραυστο καλλιτέχνη. Ομως η αρρώστια του ήταν επίμονη και όσο και αν προσπάθησε να της αντισταθεί πέθανε το 1933 σε ηλικία 59 ετών στο Δρομοκαΐτειο αφότου είχε προηγηθεί ο περίπου εικοσαετής εγκλεισμός του σε κλινική στη Γενεύη. Ο θάνατός του ανακοινώθηκε με μια σύντομη αράδα στις εφημερίδες. Εζησε σε μια εποχή που αδυνατούσε να τον καταλάβει και βίωσε τις δυσάρεστες επιπτώσεις μιας τραγικής προσωπικής ιστορίας. Αυτή η έκθεση είναι το λιγότερο που του αναλογεί και του αξίζει.

πότε & πού:

«Νίκος Δραγούμης. Ο ζωγράφος, 1874-1933», στο Μορφωτικό Ιδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αγίου Κωνσταντίνου 20 & Μενάνδρου, ως τις 18/7

Δημοσίευση από ΤΟ ΒΗΜΑ

Written by

We are Creative Blogger Theme Wavers which provides user friendly, effective and easy to use themes. Each support has free and providing HD support screen casting.

 

© 2013 "στο... Επτά". All rights resevered. Designed by Templateism

Back To Top